Παιδί και Άγχος. Μέρος Α. της Μαρίας Γκούμα
Ο Ρόλος του Γονέα Μέσα από Έναν Ανασφαλή Δεσμό με το Παιδί του στην Ανάδειξη Ψυχοπαθολογίας.
Το άγχος, όπως ο Barlow (2002) αναφέρει, είναι μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από δυνατό αρνητικό συναίσθημα και σωματικά συμπτώματα, όπου το άτομο περιμένει να συμβεί κάτι επικίνδυνο στο μέλλον.
Το άγχος και ο φόβος αποτελούν εγγενή στοιχεία του ανθρώπινου είδους, αναπόσπαστο μέρος της κοινωνικοποίησης του ατόμου. Όλα τα παιδιά εμφανίζουν άγχος κατά την ανάπτυξή τους για διάφορους λόγους και αυτό ποικίλει ως προς την ποιότητα και τη μορφή και δεν αποτελεί κατά ανάγκη διαταραχή. Για παράδειγμα, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας αντιδρούν στο σύντομο αποχωρισμό από τους γονείς τους. Η παθολογία των καταστάσεων εξαρτάται από τη σοβαρότητα, τη διάρκεια και την κοινωνική δυσλειτουργία που προκαλούν.
Οι διαταραχές άγχους είναι από τις πλέον συχνότερες καταστάσεις ψυχικής υγείας που επιρρεάζουν τα παιδιά και τους εφήβους. Σύμφωνα με τους Velting et al. (2004), οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι 12%- 20% των παιδιών και των εφήβων ίσως υποφέρουν από μια διαταραχή άγχους. Δυστυχώς, ένα παιδί μπορεί εύκολα να κρύψει ή να αρνηθεί τα προβλήματα του άγχους σε αντίθεση με άλλες διαταραχές ψυχικής υγείας.
Στα παιδιά, το άγχος προκαλεί δυσκολίες στη σχολική και κοινωνική ζωή. Συχνά, επιρρεάζει τη σκέψη, τη συμπεριφορά και το σώμα. Όπως αναφέρει η Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση (2000), εάν μείνει το άγχος αθεράπευτο μπορεί να επιδράσει σοβαρά στην ποιότητα ζωής του παιδιού και να εξελιχθεί σε διαταραχή, όπως είναι η διαταραχή γενικευμένου άγχους, η κοινωνική φοβία, η διαταραχή άγχους αποχωρισμού. Τα παιδιά και οι έφηβοι με τις παραπάνω διαταραχές μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά. Το σημαντικότερο είναι η ανυσηχία.
Οι DiLalla et al. (1994) σημειώνουν ότι από μελέτες δίδυμων φαίνεται πως υπάρχει βιολογική προδιάθεση στις διαταραχές άγχους. Επιπροσθέτως, όπως οι Mericangas et al. (1999) υποστηρίζουν, τα παιδιά που οι γονείς τους πάσχουν από διαταραχή άγχους έχουν αυξημένη πιθανότητα να εκδηλώσουν διαταραχή άγχους.
Αρκετοί είναι οι υπεύθυνοι παράγοντες για την εκδήλωση διαταραχής άγχους, όπως είναι η σχέση ή αλλιώς ο δεσμός μεταξύ γονέα και παιδιού, η ιδιοσυγκρασία του παιδιού καθώς και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες.
Στο κείμενο αυτό θα εξετάσουμε τη συμβολή των γονιών σε πιθανή εμφάνιση αγχώδους διαταραχής στο παιδί.
Πολύ σημαντική είναι η αποδοχή του παιδιού από τους γονείς του. Χαρακτηρίζεται από ζεστασιά, συμμετοχή, σωματική και συναισθηματική καθώς και από απαντητικότητα στις ανάγκες του. Όταν οι γονείς αποδέχονται τα αρνητικά συναισθήματα που εκφράζονται από το παιδί τότε κι αυτό είναι πιό πιθανό να μάθει να αντέχει τα αρνητικά του συναισθήματα. Απεναντίας, εάν οι γονείς κριτικάρουν και υποτιμούν τις αντιδράσεις του παιδιού τους τότε το παιδί ενδέχεται να αναπτύξει άγχος. Τόσο το περιεχόμενο όσο και η διαδικασία είναι καίρια σε αυτό το πλαίσιο. Τί λέγεται στο παιδί είναι τόσο σημαντικό όσο και ο τρόπος που μεταφέρεται το μήνυμα.
Η αποδοχή του γονέα συνδέεται με τη σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στο γονιό και το παιδί νωρίς στη ζωή του. Η σχέση αυτή ή ο δεσμός μπορεί να είναι ασφαλής ή ανασφαλής. Πώς αντιδρούν οι γονείς, σύμφωνα με τους Crowell et al. (2003), όταν το παιδί τους έρχεται αντιμέτωπο με μια νέα ή αγχωτική κατάσταση που φοβάται; Η απάντηση διαφοροποιεί και τη σχέση ή τον δεσμό μεταξύ γονέα και παιδιού σε ασφαλή ή ανασφαλή. Στον ασφαλή δεσμό τα παιδιά είναι λιγότερο πιθανό να παρουσιάσουν διαταραχή άγχους.
Όπως ο Bowlby (2005) υπογραμμίζει, όταν ένας άνθρωπος, κάθε ηλικίας, νιώθει ασφαλής μπορεί να εξερευνήσει μακριά από τη φιγούρα προσκόλλησης, που είναι η μητέρα και ο πατέρας. Αυτοί του παρέχουν υποστήριξη, όταν έρχεται αντιμέτωπος με αγχωτικές και φοβογόνες καταστάσεις. Όταν ο άνθρωπος είναι ανήσυχος, αγχωμένος, κουρασμένος θέλει να προσεγγίσει τη φιγούρα προσκόλλησης. Έτσι φανερώνεται ο τυπικός σχηματισμός της αλληλεπίδρασης μεταξύ παιδιού και γονιού γνωστός ως εξερεύνηση από μια ασφαλή βάση που πρώτη περιέγραψε η Ainsworth.
Αξιοσημείωτη είναι η συνάφεια διαταραχής άγχους και υπερπροστατευτικότητας των γονέων.
Οι γονείς αγχωμένων παιδιών συχνά χαρακτηρίζονται ως υπερπροστατευτικοί περιορίζοντας την ανεξαρτησία του παιδιού τους. Οι Siqueland et al. (1996) καταδεικνύουν πως από παρατήρηση της αλληλεπίδρασης παιδιών 9 – 13 ετών, με αγχώδη διαταραχή, με τους γονείς τους φανερώνεται ότ οι γονείς της ερευνας επέτρεπαν στα παιδιά τους λιγότερη αυτονομία σε σχέση με αλλους γονείς. Επίσης, οι Wood et al. (2003) τονίζουν πως όσο περισσότερο έλεγχο ασκούν οι γονείς τόσο πιο πιθανόν τα παιδιά να είναι εξαρτημένα από αυτούς. Ως αποτέλεσμα της ανικανότητας τους να αποκτήσουν αυτονομία τα παιδιά αγχώνονται όταν ξεκινούν μια δραστηριότητα μόνα τους.
Αναμφισβήτητα, εξίσου σημαντικό στην ανάδειξη συμπτωματολογίας στα παιδιά είναι το παράδειγμα που δίνουν οι γονείς τους σε σχέση με τον δικό τους τρόπο επίλυσης δύσκολων και αγχωτικών προβλημάτων. Εάν οι γονείς στέλνουν το μήνυμα στα παιδιά ότι τα προβλήματα είναι μη επιλύσιμα, εάν καταστροφολογούν, εάν αδυνατούν να βρουν αποτελεσματικούς τρόπους αναζήτησης διεξόδου τότε και τα παιδιά μαθαίνουν αντίστοιχες στρατηγικές και το άγχος είναι απίθανο να μειωθεί σε δύσκολες καταστάσεις. Παρομοίως, το παράδειγμα δίνουν πάλι οι γονείς όταν παρουσιάζουν οι ίδιοι αγχωτική συμπεριφορά. Το αγχος στον γονέα παίζει ουσιαστικό ρόλο στη εμφάνιση άγχους στα παιδιά κυριως επειδή τα παιδιά τους παρατηρούν.
Κλείνοντας, ας αναφέρουμε πως από μελέτες εφήβων και νέων καθώς και παιδιών διαφόρων ηλικιών αποδεικνύεται ότι εκείνοι που είναι περισσότερο συναισθηματικά σταθεροί και μπορούν να καταφέρουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους είναι αυτοί που οι γονείς τους πάντοτε ενθάρρυναν την αυτονομία τους και ήταν παρόντες όταν τους χρειάζονταν.
Ακολουθεί μέρος Β (Άγχος στα παιδιά και θεραπεία οικογένειας)
Βιβλιογραφία
Bowlby, R., (2005). A secure base. Routledge Classics.
Maid, R., Smokowski. P., Bacallao, M. (2008) Family treatment of childhood anxiety. Child and Family Social Work, 13, 433-442.
Mash, E. & Wolfe, D., (2005). Abnormal Child Psychology. Wadsworth. USA.
Παπαγεωργόπουλο, Β. Α. (2009). Ψυχιατρική παιδιών και εφήβων. University Studio Press.