Βιβλία που αξίζει να διαβάσεις από τη Βίκυ Κάουλα
Θεωρώ μεγάλη ευτυχία που μπορώ και κάνω το μεράκι μου. Είναι ένας από τους τρόπους που έχω για να αποσυμπιέζομαι από τον εργασιακό φόρτο και την πίεση της καθημερινότητας. Θέλω, λοιπόν, να μοιραστώ μαζί σου κάποια βιβλία που αξίζει να διαβάσεις. Η σειρά που παραθέτω τα βιβλία είναι τυχαία.
Learn MoreΤα 3 στάδια του συγκαλυμμένου ναρκισσισμού Άρθρο της Τόνιας Αντωνά
Πλέον, όλοι γνωρίζουν – και ενίοτε χρησιμοποιούν σχετικά αυθαίρετα – τον όρο ‘νάρκισσος’ και τη σημασία του: ο νάρκισσος, πέρα από μυθολογική φιγούρα, είναι ένας άνθρωπος που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό και τα επιτεύγματά του, που δε διαθέτει γνήσια ενσυναίσθηση ή ενδιαφέρον για τους ανθρώπους γύρω του (πλην όταν έχει κάποιο σκοπό), που δεν αισθάνεται ενοχές ή τύψεις για τις πράξεις του και που πιστέυει ακράδαντα ότι έχει περισσότερα δικαιώματα από τους υπόλοιπους. Κοινώς, είναι ένας άνθρωπος εγωιστής και εγωκεντρικός, με ξεκάθαρη και τρανταχτή αυταρέσκεια και είναι πολύ δύσκολο κάποιος να μην καταλάβει ότι σχετίζεται με ένα τέτοιο άτομο αφού ο νάρκισσος δε θα καταβάλλει κάποια προσπάθεια συγκάλυψης της προσωπικότητας του.
Υπάρχει όμως και ένας άλλος τύπος ναρκισσισμού, ένας τύπος που πιθανόν να είναι ακόμα πιο επικίνδυνος αφού είναι συγκαλυμμένος και συνεπώς είναι αρκετά δυσκολότερο να τον αναγνωρίσει κάποιος. Ο συγκαλυμμένος νάρκισσος βιώνει έντονα αισθήματα κατωτερότητας, ανεπάρκειας και ντροπής και είναι εξαιρετικά ευαίσθητος στην κριτική. Συχνά μιλάει ανοιχτά για αυτά τα αισθήματα, χωρίς όμως να φαίνεται να έχει διάθεση να αλλάξει κάτι. Αντ’αυτού, παρουσιάζει τον εαυτό του σαν θύμα – θύμα των ανθρώπων, θύμα των καταστάσεων, θύμα μίας αδικίας που στοχοποιεί μόνο εκείνον. Και είναι ακριβώς αυτές οι πεποιθήσεις τους που δημιουργούν τον συγκαλυμμένο τους ναρκισσισμό. Η μετάφραση είναι ‘Εγώ έχω υποφέρει περισσότερο από όλους άρα όλοι έχετε υποχρέωση να μου φέρεστε διαφορετικά (χωρίς όρια, χωρίς συνέπειες, χωρίς κριτική). Είστε υπεύθυνοι για τη συναισθηματική μου κατάσταση – αν νιώσω άσχημα, εσείς οφείλετε να το διορθώσετε.’
Στις διαπροσωπικές τους σχέσεις δυσκολεύονται να σχετιστούν αφού, παρότι διατείνονται ότι αναζητούν τη συσχέτιση και την οικειότητα, στην πραγματικότητα αδυνατούν να εμπιστευτούν τους ανθρώπους και συνεπώς να δημιουργήσουν υγιείς σχέσεις. Νιώθουν φθόνο για οποιαδήποτε υλικά αγαθά, ταλέντα ή χαρακτηριστικά προσωπικότητας οι ίδιοι δεν διαθέτουν και ζηλεύουν έντονα τον ερωτικό τους σύντροφο αφού οι ίδιοι ενδόμυχα θεωρούν τον εαυτό τους πολύ ‘λίγο’ για να καλύψουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες του. Ο θυμός τους εκφράζεται κατ’εξοχήν με παθητικο-επιθετικό τρόπο, ενώ συχνά μπορεί να επιλέξουν να μην αναφερθούν καν σε κάτι που τους ενόχλησε έτσι ώστε να το έχουν διαθέσιμο όταν θα χρεαστεί να χειριστούν κάποια κατάσταση προς όφελος τους (‘Εσύ που πέρσι μου έκανες αυτό, τώρα οφείλεις να ανεχτείς αυτό που σου κάνω.’) Το βασικότερο όλων όμως είναι ότι, σε αντίθεση με τον γνήσιο νάρκισσο, που σπάνια θα ζητήσει συγγνώμη για τη συμπεριφορά του, ο συγκαλυμμένος νάρκισσος όχι απλά θα το κάνει, αλλά θα το κάνει και με τον πλέον πειστικό τρόπο (συνοδεία δώρων, λουλουδιών, υποσχέσεων, κλάμματος) μέχρι να κερδίσει αυτό που θέλει…μόνο για να επαναλάβει τις ίδιες συμπεριφορές ξανά και ξανά.
Ο συγκαλυμμένος ναρκισσισμός έχει 3 στάδια ή επίπεδα, αν και πρέπει να σημειώσω ότι δεν είναι απαραίτητο όλοι οι συγκαλυμμένοι νάρκισσοι να φτάσουν στο τελευταίο επίπεδο και, όσοι το κάνουν, δε θα φτάσουν απαραίτητα με την ίδια ένταση και στην ίδια κλίμακα. Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι, παρότι από στάδιο σε στάδιο αλλάζει η έκφραση και η εξωτερίκευση συναισθήματος, ο πυρήνας της αίσθησης ντροπής, ανεπάρκειας και θυματοποίησης παραμένει ίδιος και είναι ακριβώς η χρόνια επαφή του νάρκισσου με αυτά που επιφέρει σταδιακά χειρότερες αντιδράσεις προς αυτούς που θεωρεί υπεύθυνους για την κατάστασή του.
Στο πρώτο στάδιο συναντάμε τον υπερευαίσθητο εσωστρεφή. Εδώ η βασική ανάγκη είναι αυτή της αποδοχής από τους άλλους. Είναι απαισιόδοξοι, ευαίσθητοι στην κριτική και νιώθουν ‘διαφορετικοί’. Τείνουν να κρίνουν σκληρά τον εαυτό τους για την ανεπάρκεια και τα ελαττώματά τους, τα οποία τα αντιλαμβάνονται πολύ χειρότερα από ότι στην πραγματικότητα είναι. Αυτή η αντίληψη εαυτού τους κάνει να μισούν τους άλλους, οι οποίοι θεωρούν ότι δεν τους καταλαβαίνουν, δεν τους εκτιμούν και τους απορρίπτουν. Παρ’όλα αυτά, για την ώρα, όλες οι σκέψεις και τα συναισθήματα παραμένουν παθητικά και ανέκφραστα και ο συγκαλυμμένος ναρκισσιστής παραμένει κλειστός, εσωστρεφής και συναισθηματικά απομακρυσμένος από τους γύρω του. Αυτή η αυξανόμενη απομόνωση, νεύρωση και πίεση οδηγεί το συγκαλυμμένο νάρκισσο σε ένα δίλημμα: αναλαμβάνω την ευθύνη για τις επιλογές και τις αποτυχίες μου ώστε να μπορώ να απελευθερώσω τους άλλους από το βάρος του να μου φέρονται σαν ειδική περίπτωση και να μπορέσω να σχετιστώ υγιώς μαζί τους; Ή συνεχίζω την εξέλιξη μου και προχωράω στο δεύτερο στάδιο του ναρκισσισμού μου;
Στο δεύτερο στάδιο, αυτό που επικρατεί είναι ο φθόνος και η επίρρηψη ευθυνών σε τρίτους. Η βασική ανάγκη πλέον απομακρύνεται από την ανάγκη αποδοχής που ίσχυε στο πρώτο στάδιο και μετατρέπεται σε επιθυμία να επέλθει δικαιοσύνη, να ισοφαρήσει το σκορ με όσους ένιωσε ότι τον υποτίμησαν, απέρριψαν ή προσέβαλαν στο προηγούμενο στάδιο. Πλέον, αρχίζει να χάνεται κάθε επιθυμία ή δυνατότητα αυτοβελτίωσης και η ζωή του συγκαλυμμένου νάρκισσου αρχίζει να περιστρέφεται γύρω από ένα παιχνίδι κατηγοριών. Σημασία έχει μόνο να βρεθεί και να νιώσει δικαιωμένος έναντι όλων όσοι τον κατηγόρησαν ή δεν αναγνώρισαν τη μεγαλοπρέπεια του. Παράλληλα, ενετείνεται η πεποίθηση ότι μόνο οι άλλοι ευθύνονται για το ότι δεν κατάφερε να μεγαλουργήσει και αυτό με τη σειρά του λειτουργεί ανακουφιστικά και ταυτόχρονα ενθαρρύνει τη ναρκισσιστική αλλά και αυτο-υπονομευτική πεποίθηση που λέει ‘Μπορώ τα πάντα αλλά όλοι με δυσκολεύουν, γι’αυτό δεν τα έχω καταφέρει.’ Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται αισθήματα φθόνου και υπόγειας επιθετικότητας προς τους άλλους και αυτή είναι η βασική διαφορά από το πρώτο στάδιο: τώρα δε θα υπάρξει απομόνωση ούτε αυτοκριτική. Τώρα η μάσκα αρχίζει να πέφτει και ο συγκαλυμμένος νάρκισσος αρχίζει να χρησιμοποιεί πιο ξεκάθαρη επιθετικότητα και χειριστικότητα για να ισορροπήσει αυτό που αντιλαμβάνεται ως άδικο και να τιμωρήσει όσους τον αδίκησαν. Αυτή η τιμωρία όμως συχνά δεν εξελίσσεται όπως την φαντάζονται λόγω του φόβου και της δειλίας τους, συνεπώς συχνά βρίσκουν ένα αποδιοπομπαίο τράγο: για την προσβολή του αφεντικου, θα την πληρώσει η σύζυγος, για την υποτίμηση από τον φίλο, θα την πληρώσει ο γιος κ.ο.κ. Συνήθως η τιμωρία σε αυτό το στάδιο δεν είναι ιδιαίτερα κακοποιητική και σπάνια περιλαμβάνει σωματικές βλάβες. Η προτίμηση τους είναι να χρησιμοποιήσουν σαδιστικές, παθητικο-επιθετικές τακτικές ώστε να κάνουν τον άλλο να νιώσει πληγωμένος, ανάξιος, ανεπαρκής, όπως νιώθουν οι ίδιοι. Κάποιοι στιγμή όμως αυτό παύει να αρκεί και, ελλείψει ουσιαστικής βελτίωσης της ζωής του – εφόσον δεν προσπαθεί για αυτήν – φτάνει στο τελευταίο στάδιο.
Στο τελευταίο στάδιο εξακολουθεί να επικρατεί η παραίτηση από την προσπάθεια ουσιαστικής συσχέτισης ή προσωπικής ανάπτυξης, αφού αν το προσπαθούσε ειλικρινά και γνήσια και αποτύγχανε, δε θα είχε πλέον κάποιον να κατηγορήσει και θα κατέρρεε όλο του το οικοδόμημα σχετικά με την ευθύνη των άλλων για την κατάληξή του και την ίδια του τη θυματοποίηση. Στο τρίτο στάδιο – το οποίο είναι αρκετά σπάνιο- ο συγκαλυμμένος νάρκισσος πλέον μετατρέπεται σε εκδικητικό τιμωρητή. Η βασική ανάγκη παύει να είναι η κρυφή και χειριστική κακοποίηση των γύρω τους και μετατρέπεται σε μία ξεκθάρη επιθυμία να διαλύσει όσους θεωρεί εχθρούς του. Πλέον αναλαμβάνει ρόλο δικαστή, ενόρκων και δήμιου σε όσους τον έχουν υποτιμήσει – ακόμα και στην κοινωνία σαν σύνολο αν χρειαστεί. Ένα παράδειγμα συγκαλυμμένου ναρκισσιστή τρίτου επιπέδου είναι ο Andreas Brevik, ο Νορβηγός τρομοκράτης που σκότωσε 77 ανθρώπους το 2011. Και ενώ είναι πράγματι σπάνιο να φτάσει κάποιος σε τέτοιο σημείο, κάποιος που φτάνει τελικά εκεί, σίγουρα θα γίνει πιο βίαιος, πιο εκδικητικός και γενικά πιο επικινδύνος, αν όχι για την κοινωνία γενικότερα, σίγουρα για τους κοντινούς ανθρώπους.
Είναι αχρείαστο και ανούσιο να μιλήσω για τους κινδύνους που μπορεί να ενέχει η συσχέτιση με τέτοιους ανθρώπους – αν δεν σας καταστρέψουν σωματικά, σίγουρα θα σας διαλύσουν ψυχοσυναισθηματικά. Αν όμως αναγνωρίζετε αυτά τα σημάδια σε κάποιο κοντινό σας πρόσωπο, αν έχετε βιώσει την κακοποίηση, την αδιαφορία για τα όρια σας, την διαρκή επίρρηψη ευθυνών πάνω σας και παραμένετε σε συσχέτιση μαζί τους, τότε μάλλον είναι καιρός να αναρωτηθείτε για τις δικές σας ανασφάλειες παρά να αναζητήσετε εξήγηση για την δική τους συμπεριφορά.
Learn MoreΜόλις γίναμε γονείς! Και τώρα; Άρθρο της Βίκυ Κάουλα στο parentshug.eu
Μόλις ένα ζευγάρι παντρευτεί, αποφασίσει να συζήσει ή με κάποιον τρόπο σοβαρέψει η σκέψη του και αυτό κοινοποιηθεί στο φιλικό και συγγενικό του περιβάλλον, όλοι -μα, όλοι, όμως- αρχίζουν και ρωτούν πότε σκοπεύουν να γίνουν γονείς, να κάνουν παιδί, για να ολοκληρωθεί η ευτυχία τους!
Και το ίδιο το ζευγάρι, μόλις περάσει κάποιο διάστημα συμβίωσης και νιώσει ότι βρήκε τα πατήματά του, συνήθως αρχίζει και το σκέφτεται και ξεκινάει να προσπαθεί να αποκτήσει παιδί. Λίγα είναι τα ζευγάρια που συνειδητά δεν θέλουν να κάνουν παιδί.
Και μετά από κάποιο καιρό, το πολυπόθητο καινούργιο μέλος της οικογένειας καταφτάνει! Για άλλα ζευγάρια πιο εύκολα και για άλλα πιο δύσκολα.
Γίναμε γονείς ! Γιούπι;;
Τότε, λοιπόν, είναι η στιγμή που όλα αλλάζουν για το ζευγάρι!
Δεν είναι πια οι δυο τους, είναι γονείς! Έχουν άλλον έναν άνθρωπο μαζί τους και μάλιστα έναν άνθρωπο απόλυτα εξαρτώμενο από τους δυο τους για τα πάντα. Για να φάει, για να αλλαχτεί, για να πλυθεί, για να κοιμηθεί κλπ. κλπ. Αυτό σημαίνει ότι όλα πια περιστρέφονται γύρω από τις ανάγκες του νέου μέλους, γιατί δεν παίρνουν αναβολή. Δεν μπορείς να καθυστερήσεις να ταΐσεις ένα μωρό! Θα σηκώσει τον κόσμο από τα κλάματα και σίγουρα αυτό δεν το αντέχεις και δεν το θέλεις! Ούτε λερωμένο μπορείς να το αφήσεις και να μην του αλλάξεις πάνα. Θα κλαίει, αλλά κι αν δεν κλαίει, υπάρχει κίνδυνος να συγκαεί και μετά σίγουρα θα κλαίει, κάτι που και πάλι δεν θέλεις για πολλούς λόγους, όπως γιατί στεναχωριέσαι που υποφέρει, δεν αντέχεις τα κλάματα, νιώθεις ότι ευθύνεσαι κ.ο.κ.
Το μωρό έρχεται πρώτο.
Το γεγονός ότι το μωρό έχει προτεραιότητα έχει πολλαπλές συνέπειες στους γονείς σαν ζευγάρι και τη σχέση του.
Σε ατομικό επίπεδο η μητέρα συνήθως αφοσιώνεται στη φροντίδα του μωρού, ειδικά για τους πρώτους μήνες της ζωής του παιδιού. Αυτό έχει αποτέλεσμα, εάν δεν προσέξει, να χάσει τον ρόλο της συντρόφου, της γυναίκας, της αυτόνομης οντότητας. Καταλήγει να ζει μόνο για να καλύπτει τις ανάγκες του παιδιού της. Ίσως αρχίσει να παραμελεί τον εαυτό της, τις ανάγκες της, την εμφάνισή της, τον σύντροφό της. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, εάν το συνειδητοποιήσει, δεν ξέρει από πού ν’ αρχίσει να ξαναβρίσκει τον εαυτό της και τον σύντροφό της και απαιτείται μεγάλη προσπάθεια και βέβαια με την προϋπόθεση ότι η κατάσταση είναι αναστρέψιμη. Παράδειγμα μπορεί να χάσει τα περιττά κιλά, να βρει ασχολίες που τη γεμίζουν, να επικοινωνήσει ξανά με τον σύντροφό της. Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση να μην καταλάβει παρά όταν είναι πολύ μεγάλο το παιδί ότι από τη στιγμή που γέννησε έχασε τον εαυτό της, τη σχέση της και τη ζωή της. Αυτό είναι ένα τρομερό πλήγμα για πολλές γυναίκες.
Ο πατέρας;
Ο πατέρας, από την άλλη πλευρά, ενώ λέει ότι κατανοεί την καινούργια κατάσταση και ότι το παιδί και οι ανάγκες του έχουν προτεραιότητα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ασυνείδητα νιώθει παραμελημένος. Νιώθει ότι οι δικές του ανάγκες έχουν μείνει πίσω και δεν καλύπτονται και ίσως να κατηγορεί τη σύντροφό του γι’ αυτό και να εκφράζει ανοιχτά τη δυσαρέσκειά του.
Το ζευγάρι, λοιπόν, που αποκτά παιδί δυσκολεύεται πολύ. Αλλάζει η ζωή του όπως την είχε διαμορφώσει και καθορίσει και αρχίζει να βρίσκεται σε μια διαρκή φάση προσαρμογής, γιατί σε κάθε φάση ανάπτυξης του παιδιού οι συνθήκες είναι κανούργιες. Και μόλις βρεθεί ένας τρόπος διαχείρισης της κατάστασης, η κατάσταση αλλάζει, οπότε και πάλι νέα προσαρμογή κ.ο.κ. Χρειάζεται να κανονίζονται πράγματα που έχουν σχέση με το παιδί σε καθημερινή βάση, αλλά και να διευθετούνται και όλα τα υπόλοιπα θέματα της καθημερινότητας.
Ο ερχομός του, έχει άπειρα θετικά
Φυσικά ο ερχομός ενός παιδιού στη ζωή ενός ζευγαριού δεν φέρνει μόνο δυσκολίες. Φέρνει χαρά, πληρότητα, ευφορία, αγαλλίαση και περηφάνια και η ζυγαριά σαφώς γέρνει προς τη θετική πλευρά.
Εάν το ζευγάρι συνειδητοποιημένα θέλει πολύ ένα παιδί, είναι προετοιμασμένο και έχει σκεφτεί ότι θα αλλάξει η ζωή του. Έτσι, καταφέρνει και αντιμετωπίζει πιο εύκολα τη νέα κατάσταση και βρίσκει τρόπο να την απολαμβάνει χωρίς μεγάλη πίεση. Επίσης, εάν το ζευγάρι είναι δεμένο, αγαπημένο και έχει καλή επικοινωνία μεταξύ του, διαχειρίζεται καλύτερα τη φόρτιση και την κούραση που συνεπάγεται ένα νέο μέλος στην οικογένεια. Σημαντικό είναι να συνεννοούνται, να βρίσκουν χρόνο για τους δυο τους και να φροντίζουν τη σχέση τους. Εξίσου σημαντικό είναι και ο κάθε σύντροφος να βρίσκει λίγο χρόνο και για τον εαυτό του ατομικά.
Έτσι, ενώ η χαρά του να αποκτήσει ένα ζευγάρι παιδί δεν συγκρίνεται και επισκιάζει όλη την κούραση και τις δυσχέρειες που παρουσιάζονται, εάν η απόκτηση του παιδιού είναι συνειδητή απόφαση και των δύο και το ζευγάρι είναι αποφασισμένο να παλέψει από κοινού τη διαχείριση της νέας κατάστασης, τότε η ευτυχία που βιώνουν θα είναι ολοκληρωμένη και πλήρης.
Learn MoreΔελτίο τύπου του βιβλίου της Βίκυς Κάουλα “Λέμε ΟΧΙ στο Bullying”
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Όταν κάτι που κάνει κάποιος σε πονά με οποιονδήποτε τρόπο, σίγουρα δεν είναι αστείο ό,τι και να λέει αυτός ή οποιοσδήποτε άλλος.
Επίσης, οι φίλοι δεν πρέπει να σε κάνουν να πονάς με κανέναν τρόπο. Αν δεν σταματήσουν άμεσα αυτήν τη συμπεριφορά, σημαίνει ότι δεν είναι φίλοι σου.
Όταν αγαπάς τον εαυτό σου, δεν αφήνεις κανέναν να σε πληγώνει. Μικρός ή μεγάλος, όποιος κι αν είναι αυτός.
Μην το αφήνεις έτσι. Ζήτα βοήθεια. Αυτό σημαίνει πάνω από όλα ότι έχεις αληθινή δύναμη μέσα σου…
Ένα βιβλίο που στόχο έχει να μας ευαισθητοποιήσει για το bullying, να μας ενημερώσει, αλλά κυρίως να μας δείξει πώς ο καθένας μας μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση του φαινομένου.
Learn MoreΔελτίο τύπου του βιβλίου της Τόνιας Αντωνά “Οριακά”
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Μία νέα κοπέλα, που βρίσκεται σε αδιέξοδο, ζητά βοήθεια από μία ψυχοθεραπεύτρια στην αρχή της καριέρας της. Από την πρώτη στιγμή η ψυχοθεραπεύτρια νιώθει βαθιά επιθυμία να βοηθήσει τη νεαρή κοπέλα να βρει τα πατήματά της. Στην πορεία της σχέσης τους, όμως, ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα κι απλά – ούτε για τη μία, ούτε για την άλλη. Μέσα από τη συνεργασία τους πυροδοτούνται έντονα συναισθήματα, αναδύονται αναμνήσεις, γιατρεύονται πληγές και δημιουργούνται μαθήματα ζωής και για τις δύο, οδηγώντας τις ηρωΐδες στη λύτρωση…
Η συγγραφέας, ψυχοθεραπεύτρια και η ίδια, έγραψε το βιβλίο με σκοπό αυτό να αποτελέσει ένα βιωματικό εγχειρίδιο για νέους θεραπευτές, αλλά και να δώσει κάποιες πληροφορίες και ίσως και το έναυσμα σε όσους επιθυμούν, αλλά ίσως δεν τολμούν, να μπουν στον κόσμο της ψυχοθεραπείας.
Learn MoreΠαιδί και Άγχος. Μέρος Α. της Μαρίας Γκούμα
Ο Ρόλος του Γονέα Μέσα από Έναν Ανασφαλή Δεσμό με το Παιδί του στην Ανάδειξη Ψυχοπαθολογίας.
Το άγχος, όπως ο Barlow (2002) αναφέρει, είναι μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από δυνατό αρνητικό συναίσθημα και σωματικά συμπτώματα, όπου το άτομο περιμένει να συμβεί κάτι επικίνδυνο στο μέλλον.
Το άγχος και ο φόβος αποτελούν εγγενή στοιχεία του ανθρώπινου είδους, αναπόσπαστο μέρος της κοινωνικοποίησης του ατόμου. Όλα τα παιδιά εμφανίζουν άγχος κατά την ανάπτυξή τους για διάφορους λόγους και αυτό ποικίλει ως προς την ποιότητα και τη μορφή και δεν αποτελεί κατά ανάγκη διαταραχή. Για παράδειγμα, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας αντιδρούν στο σύντομο αποχωρισμό από τους γονείς τους. Η παθολογία των καταστάσεων εξαρτάται από τη σοβαρότητα, τη διάρκεια και την κοινωνική δυσλειτουργία που προκαλούν.
Οι διαταραχές άγχους είναι από τις πλέον συχνότερες καταστάσεις ψυχικής υγείας που επιρρεάζουν τα παιδιά και τους εφήβους. Σύμφωνα με τους Velting et al. (2004), οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι 12%- 20% των παιδιών και των εφήβων ίσως υποφέρουν από μια διαταραχή άγχους. Δυστυχώς, ένα παιδί μπορεί εύκολα να κρύψει ή να αρνηθεί τα προβλήματα του άγχους σε αντίθεση με άλλες διαταραχές ψυχικής υγείας.
Στα παιδιά, το άγχος προκαλεί δυσκολίες στη σχολική και κοινωνική ζωή. Συχνά, επιρρεάζει τη σκέψη, τη συμπεριφορά και το σώμα. Όπως αναφέρει η Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση (2000), εάν μείνει το άγχος αθεράπευτο μπορεί να επιδράσει σοβαρά στην ποιότητα ζωής του παιδιού και να εξελιχθεί σε διαταραχή, όπως είναι η διαταραχή γενικευμένου άγχους, η κοινωνική φοβία, η διαταραχή άγχους αποχωρισμού. Τα παιδιά και οι έφηβοι με τις παραπάνω διαταραχές μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά. Το σημαντικότερο είναι η ανυσηχία.
Οι DiLalla et al. (1994) σημειώνουν ότι από μελέτες δίδυμων φαίνεται πως υπάρχει βιολογική προδιάθεση στις διαταραχές άγχους. Επιπροσθέτως, όπως οι Mericangas et al. (1999) υποστηρίζουν, τα παιδιά που οι γονείς τους πάσχουν από διαταραχή άγχους έχουν αυξημένη πιθανότητα να εκδηλώσουν διαταραχή άγχους.
Αρκετοί είναι οι υπεύθυνοι παράγοντες για την εκδήλωση διαταραχής άγχους, όπως είναι η σχέση ή αλλιώς ο δεσμός μεταξύ γονέα και παιδιού, η ιδιοσυγκρασία του παιδιού καθώς και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες.
Στο κείμενο αυτό θα εξετάσουμε τη συμβολή των γονιών σε πιθανή εμφάνιση αγχώδους διαταραχής στο παιδί.
Πολύ σημαντική είναι η αποδοχή του παιδιού από τους γονείς του. Χαρακτηρίζεται από ζεστασιά, συμμετοχή, σωματική και συναισθηματική καθώς και από απαντητικότητα στις ανάγκες του. Όταν οι γονείς αποδέχονται τα αρνητικά συναισθήματα που εκφράζονται από το παιδί τότε κι αυτό είναι πιό πιθανό να μάθει να αντέχει τα αρνητικά του συναισθήματα. Απεναντίας, εάν οι γονείς κριτικάρουν και υποτιμούν τις αντιδράσεις του παιδιού τους τότε το παιδί ενδέχεται να αναπτύξει άγχος. Τόσο το περιεχόμενο όσο και η διαδικασία είναι καίρια σε αυτό το πλαίσιο. Τί λέγεται στο παιδί είναι τόσο σημαντικό όσο και ο τρόπος που μεταφέρεται το μήνυμα.
Η αποδοχή του γονέα συνδέεται με τη σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στο γονιό και το παιδί νωρίς στη ζωή του. Η σχέση αυτή ή ο δεσμός μπορεί να είναι ασφαλής ή ανασφαλής. Πώς αντιδρούν οι γονείς, σύμφωνα με τους Crowell et al. (2003), όταν το παιδί τους έρχεται αντιμέτωπο με μια νέα ή αγχωτική κατάσταση που φοβάται; Η απάντηση διαφοροποιεί και τη σχέση ή τον δεσμό μεταξύ γονέα και παιδιού σε ασφαλή ή ανασφαλή. Στον ασφαλή δεσμό τα παιδιά είναι λιγότερο πιθανό να παρουσιάσουν διαταραχή άγχους.
Όπως ο Bowlby (2005) υπογραμμίζει, όταν ένας άνθρωπος, κάθε ηλικίας, νιώθει ασφαλής μπορεί να εξερευνήσει μακριά από τη φιγούρα προσκόλλησης, που είναι η μητέρα και ο πατέρας. Αυτοί του παρέχουν υποστήριξη, όταν έρχεται αντιμέτωπος με αγχωτικές και φοβογόνες καταστάσεις. Όταν ο άνθρωπος είναι ανήσυχος, αγχωμένος, κουρασμένος θέλει να προσεγγίσει τη φιγούρα προσκόλλησης. Έτσι φανερώνεται ο τυπικός σχηματισμός της αλληλεπίδρασης μεταξύ παιδιού και γονιού γνωστός ως εξερεύνηση από μια ασφαλή βάση που πρώτη περιέγραψε η Ainsworth.
Αξιοσημείωτη είναι η συνάφεια διαταραχής άγχους και υπερπροστατευτικότητας των γονέων.
Οι γονείς αγχωμένων παιδιών συχνά χαρακτηρίζονται ως υπερπροστατευτικοί περιορίζοντας την ανεξαρτησία του παιδιού τους. Οι Siqueland et al. (1996) καταδεικνύουν πως από παρατήρηση της αλληλεπίδρασης παιδιών 9 – 13 ετών, με αγχώδη διαταραχή, με τους γονείς τους φανερώνεται ότ οι γονείς της ερευνας επέτρεπαν στα παιδιά τους λιγότερη αυτονομία σε σχέση με αλλους γονείς. Επίσης, οι Wood et al. (2003) τονίζουν πως όσο περισσότερο έλεγχο ασκούν οι γονείς τόσο πιο πιθανόν τα παιδιά να είναι εξαρτημένα από αυτούς. Ως αποτέλεσμα της ανικανότητας τους να αποκτήσουν αυτονομία τα παιδιά αγχώνονται όταν ξεκινούν μια δραστηριότητα μόνα τους.
Αναμφισβήτητα, εξίσου σημαντικό στην ανάδειξη συμπτωματολογίας στα παιδιά είναι το παράδειγμα που δίνουν οι γονείς τους σε σχέση με τον δικό τους τρόπο επίλυσης δύσκολων και αγχωτικών προβλημάτων. Εάν οι γονείς στέλνουν το μήνυμα στα παιδιά ότι τα προβλήματα είναι μη επιλύσιμα, εάν καταστροφολογούν, εάν αδυνατούν να βρουν αποτελεσματικούς τρόπους αναζήτησης διεξόδου τότε και τα παιδιά μαθαίνουν αντίστοιχες στρατηγικές και το άγχος είναι απίθανο να μειωθεί σε δύσκολες καταστάσεις. Παρομοίως, το παράδειγμα δίνουν πάλι οι γονείς όταν παρουσιάζουν οι ίδιοι αγχωτική συμπεριφορά. Το αγχος στον γονέα παίζει ουσιαστικό ρόλο στη εμφάνιση άγχους στα παιδιά κυριως επειδή τα παιδιά τους παρατηρούν.
Κλείνοντας, ας αναφέρουμε πως από μελέτες εφήβων και νέων καθώς και παιδιών διαφόρων ηλικιών αποδεικνύεται ότι εκείνοι που είναι περισσότερο συναισθηματικά σταθεροί και μπορούν να καταφέρουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους είναι αυτοί που οι γονείς τους πάντοτε ενθάρρυναν την αυτονομία τους και ήταν παρόντες όταν τους χρειάζονταν.
Ακολουθεί μέρος Β (Άγχος στα παιδιά και θεραπεία οικογένειας)
Βιβλιογραφία
Bowlby, R., (2005). A secure base. Routledge Classics.
Maid, R., Smokowski. P., Bacallao, M. (2008) Family treatment of childhood anxiety. Child and Family Social Work, 13, 433-442.
Mash, E. & Wolfe, D., (2005). Abnormal Child Psychology. Wadsworth. USA.
Παπαγεωργόπουλο, Β. Α. (2009). Ψυχιατρική παιδιών και εφήβων. University Studio Press.